Αφοί Τσαχουρίδη: «Έχουμε παίξει μουσική για τον David Beckham»

Δύο αδέλφια, δύο παράλληλες πορείες, δυο σπουδαίοι μουσικοί, ξεκίνησαν από τη Βέροια, κατέληξαν στο Λονδίνο, και κρατούν πλέον στα χέρια τους διακρίσεις, βραβεύσεις και συνεργασίες με σπουδαία ονόματα του καλλιτεχνικού και όχι μόνο χώρου. Το μοναδικό πάθος τους και η αγάπη για τη μουσική, τους έκανε να καθιερώσουν την ποντιακή λύρα, σε ένα όργανο με δυνατότητες, που ξεπερνούν τη μουσική φαντασία. Κατάφεραν να αγκαλιάσουν ταυτόχρονα τον Verdi με τον Χατζιδάκι, τον Puccini με τον Θεοδωράκη και τον Pavarotti με τον Καζαντζίδη.

Ο Κωνσταντίνος Τσαχουρίδης γεννήθηκε το 1980 και σε ηλικία 16 ετών κέρδισε το πρώτο πανελλήνιο βραβείο ερμηνείας παραδοσιακής μουσικής. Αποσπώντας υποτροφία από την Ιερά Μητρόπολη Βεροίας σπούδασε στο Πανεπιστήμιο του Goldsmiths, όπου ήδη βρίσκονταν ο αδελφός του Ματθαίος Τσαχουρίδης, ενώ τελείωσε με άριστα τη διδακτορική του διατριβή, ως υπότροφος του ιδρύματος Michael Marks Charitable Trust.

To 2004 ξεκίνησε η συνεργασία του με τον Μίμη Πλέσσα στην τηλεοπτική σειρά της ΕΡΤ «Τα παιδιά της Νιόβης». Ο ίδιος ο Μίμης Πλέσσας τόνισε για τους αδελφούς «Υπάρχουν δύο ειδών παιδιά θαύματα, αυτά που ήταν και παρέμειναν απλά ένα παιδικό όνειρο και αυτά που συνεχίζουν το όνειρο με παιδικό ενθουσιασμό, μεγαλουργώντας με μουσικά πλέον θαύματα.  Αυτά είναι τα Τσαχουρίδια μου». Ακολούθησαν τα ορατόρια «Κοσμάς ο Αιτωλός» και «Απόστολος Παύλος», καθώς και η μουσική μονογραφία «Άγιες Μνήμες». Έναν χρόνο αργότερα, ο Κωνσταντίνος Τσαχουρίδης βραβεύτηκε από το Ελληνικό Ίδρυμα του Λονδίνου, ως «Ο πιο υποσχόμενος νέος, Έλληνας καλλιτέχνης του Λονδίνου».

Λίγα χρόνια αργότερα, ανέλαβε καθήκοντα καλλιτεχνικού διευθυντή και σολίστα στο 21ο Διεθνές Βυζαντινό Συνέδριο του Λονδίνου, με πατρόνα τον Πρίγκιπα Κάρολο.KAROLOS AGGLIAS - TΑπό το 2008 μέχρι και σήμερα ο κόσμος γνωρίζει τις παραστάσεις των δύο αδελφών, «Ψυχή και Σώμα», που τους επιτρέπουν να γεφυρώνουν μουσικά την Ανατολή και την Δύση.  Στα χρόνια της μουσικής τους πορείας, έχουν συνεργαστεί με σπουδαίους καλλιτέχνες, όπως ο Cat Stevens, η Natasha Atlas, και σχήματα όπως οι συμφωνικές ορχήστρες της Πράγας και της Ουκρανίας, οι BBC Singers, η συμφωνική ορχήστρα της ΕΡΤ, με τον Μίκη Θεοδωράκη, τον Μίμη Πλέσσα, την Μαρινέλλα και πολλούς άλλους. Τα δύο αδέλφια έχουν περάσει από το ανάκτορο του Κρεμλίνου, μέχρι και το παλάτι του Buckingham, ταξιδεύοντας -μέσα από τη φωνή του Κωνσταντίνου και την ποντιακή λύρα του Ματθαίου- στα κέντρα πολιτισμού του δυτικού κόσμου και της μέσης Ανατολής.

Σήμερα, ζουν στην Ελλάδα και ακολουθούν το δικό τους μουσικό ταξίδι που τους επιβάλλει πάνω από 20 ταξίδια ετησίως ανά τον κόσμο. Ο Κωνσταντίνος από το 2010 διδάσκει ως λέκτορας στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας της Ελλάδος, μεταφέροντας τις μουσικές γνώσεις και την τέχνη του, στις νέες γενιές.

Πρόκειται για ένα σπάνιο δίδυμο, για δύο αδελφούς που καταφέρνουν να έχουν αυτή τη μουσική ευελιξία να παίζουν διάφορα μουσικά είδη και να παραμένουν Έλληνες, τιμώντας την ελληνική μουσική και παράδοση. Μέσα από την δική τους ελληνική ματιά, καταφέρνουν να αγκαλιάσουν μαγικά ένα παγκόσμιο ρεπερτόριο.

(Μία συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης, με τον Κωνσταντίνο Τσαχουρίδη)

Είστε δύο αδέρφια με παράλληλη πορεία, τόσο στη ζωή, όσο και στην τέχνη. Πόσο σημαντική είναι η σχέση μεταξύ σας;

Είναι πολύ σημαντική η σχέση μας, πιστεύω ότι είναι στην κυριολεξία το άλφα και το ωμέγα. Το «Ψυχή και Σώμα», ως μουσική οντότητα των  δύο αδελφών Τσαχουρίδη, αιχμαλωτίζεται ως μία ανθρώπινη σχέση. Είναι μία σχέση δύο αδελφών που μεγαλώσανε μαζί, έκαναν παράλληλους μουσικούς βίους και σπουδές. Επομένως αυτό το δέσιμο, θα μας ακολουθεί για πάντα. Σε ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της μουσικής μας πορευόμαστε μαζί, όμως αυτό δεν σημαίνει, ότι ο καθένας μας δεν ασχολείται ξεχωριστά και με άλλα πράγματα.

Πότε καταλάβατε και οι δύο ότι θέλετε να ασχοληθείτε με την παραδοσιακή  μουσική;

Από τότε που θυμόμαστε τον εαυτό μας. Μεγαλώσαμε σε μία μουσική οικογένεια, όπου η μουσική ήταν τρόπος ζωής. Πάντα παίζαμε και ακούγαμε μουσική στο σπίτι, μέχρι που ήρθε η ώρα να ασχοληθούμε σοβαρά και ακαδημαϊκά με το αντικείμενο. Θέλαμε να αποκτήσουμε την κατάλληλη τεχνογνωσία που θα μας επέτρεπε να προχωρήσουμε.

Επηρεάσατε ο ένας τον άλλον; Αποτέλεσε ο ένας, κίνητρο για τον άλλον;

Πολύ! Εγώ τον τραβάω προς τη Δύση και εκείνος με τραβά προς την Ανατολή. Δημιουργούμε μαζί το δικό μας ψυχικό σταυροδρόμι.

Παρόλο που οι γονείς σας δεν είχαν κάποια επαγγελματική σχέση με τη μουσική, πως γεννήθηκε ο «έρωτας» σας για τη μουσική;

Οι γονείς μας δεν είχαν κάποια σχέση με τη μουσική, σε ότι έχει να κάνει με το εκτελεστικό κομμάτι, όμως ο μπαμπάς μου και ο παππούς μου, έπαιζαν  λύρα, όπως επίσης και ολόκληρο το σόι μου, είναι εκπληκτικοί τραγουδιστές.

Είναι αλήθεια ότι όταν σας ρωτούσαν ως παιδάκια, τι θέλετε να γίνετε όταν μεγαλώσετε, λέγατε ο ένας γυναικολόγος και ο άλλος γιατρός;

Ναι, τότε βέβαια ήμασταν σε πολύ μικρή ηλικία. Ο βαθύς έρωτας για τη μουσική όμως, μας οδήγησε σε άλλα μονοπάτια. Τώρα πια δεν μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου, χωρίς τη μουσική.

Έχετε εικόνες από τα παιδικά σας χρόνια;

Φυσικά, θυμάμαι μουσική και πολλή αγάπη μέσα στο σπίτι μας. Είμαστε μία δεμένη ποντιακή οικογένεια. Μεγαλώσαμε σε μία προσφυγική γειτονιά στη Βέροια, όπου όλες οι γιαγιάδες μιλούσαν μονίμως ποντιακά. Από εκεί και πέρα, τα παιδικά μου χρόνιά είναι συνώνυμα της ξεγνοιασιάς. Μεγαλώσαμε πολύ όμορφα τον καιρό, που δεν είχαμε κλειδωμένες τις πόρτες.

Ξέρετε να παίζετε λύρα ή είστε μόνο ερμηνευτής;

Ξέρω πολύ λίγα πράγματα. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, με θυμάμαι να τραγουδάω. Το τραγούδι και η φωνή ήταν το μουσικό όργανο, που με άφηνε να εκφράσω όλα μου τα συναισθήματα. Όταν πήγα στο Λονδίνο και έκανα όπερα για σχεδόν 10 χρόνια, ανακάλυψα μία ακόμη μεγάλη μου αγάπη, την ιταλική όπερα. Μάλιστα, αφιέρωσα πέντε χρόνια από τις σπουδές μου στην παραγωγή της φωνής, στο πως και γιατί τραγουδάει ο Έλληνας τραγουδιστής, διότι η γλώσσα και το τραγούδι είναι πάρα πολύ στενά δεμένα.

Ποιος μύησε τον αδελφό σας Ματθαίο, στην ποντιακή λύρα;

Ο παππούς ήταν ο πρώτος μύστης, αλλά και ο θείος μας Παναγιώτης Τσαχουρίδης δίδαξε στον αδελφό μου, πολλά από τα μυστικά της ποντιακής μουσικής.

«Τα βράδια δουλεύαμε σε μπουζούκια του 60 και του 70 και το πρωί πηγαίναμε στο πανεπιστήμιο. Καταφέρναμε να βιοποριστούμε, με πολύ μεγάλες και ταυτόχρονα όμορφες δυσκολίες. Υπήρξαν φορές που σηκώσαμε τα χέρια ψηλά»

Πως ξεκινούν τα δύο αγόρια από τη Βέροια, φτάνουν μέχρι το Λονδίνο και καταλήγουν με σπουδαίες σπουδές, διακρίσεις και βραβεύσεις;

Το πρώτο έναυσμα, μας δόθηκε όταν διαγωνιστήκαμε στους πρώτους πανελλήνιους μαθητικούς μουσικούς διαγωνισμούς το 1996. Δεν θα ξεχάσω, πως διαγωνιστήκαμε ανάμεσα σε 6,5 χιλιάδες παιδιά και βγήκαμε πρώτοι, τότε στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Αυτό το βραβείο, ενέπνευσε τον Μητροπολίτη Βεροίας και μας παραχώρησε μία υποτροφία, με την οποία πρώτα έφυγε ο Ματθαίος στο Λονδίνο για περεταίρω σπουδές πάνω στη μουσική. Μετά από περίπου δύο χρόνια έφυγα και εγώ. Με πολλή και ατελείωτη δουλειά ήρθε και μία δεύτερη υποτροφία, από ένα αγγλικό ίδρυμα, το «Michael Marks Charitable Trust», που αναγνώρισε την αγάπη μας για τη μουσική και μας παραχώρησε την υποτροφία για να συνεχίσουμε τις σπουδές μας σε επίπεδο διδακτορικού πλέον.

Πως ήταν τα πράγματα στην Αγγλία. Είχατε κάποιον να σας βοηθάει και να σας στηρίζει;

Στην Αγγλία δεν είχαμε καμία στήριξη, πήραμε τη ζωή στα χέρια μας. Πέραν της υποτροφίας που κάλυπτε τα δίδακτρα, βρισκόμασταν σε μία από τις πιο ακριβές πόλεις. Τα βράδια δουλεύαμε σε μπουζούκια του 60 και του 70 και το πρωί πηγαίναμε στο πανεπιστήμιο. Καταφέρναμε να βιοποριστούμε, με πολύ μεγάλες και ταυτόχρονα όμορφες δυσκολίες. Υπήρξαν φορές που σηκώσαμε τα χέρια ψηλά και είπαμε πως θα γυρνούσαμε πίσω, όμως πάντα κάτι συνέβαινε και ο Θεός δεν μας άφηνε. Καταφέραμε να τελειώσουμε τις σπουδές μας με άριστα και έπειτα επιστρέψαμε στην Ελλάδα

Ισχύει ότι εργαστήκατε, ως ξεναγός στο Λονδίνο;

Ναι, η ξενάγηση ήταν ένα από τα αγαπημένα μου χόμπι και κατ΄ επέκταση ένας τρόπος για να βιοποριστώ. Έκανα ξεναγήσεις σε ελληνόφωνα γκρουπ, μιας και ξέρω το κέντρο του Λονδίνου, πάρα πολύ καλά, σε σημείο που το ξεναγούσα ιστορικά.

Πως προέκυψε αυτή η αγάπη για την ιστορία και τις ξένες γλώσσες, σε σημείο που να μπορείτε να ανταποκρίνεστε στις ανάγκες μίας ξενάγησης;

Πάντα είχα μία αγάπη για τη γεωγραφία και πάντοτε μου άρεσε, όταν θα πάω σε έναν ξένο τόπο να τον περπατήσω, να τον γνωρίσω σπιθαμή προς σπιθαμή. Επομένως, μου φάνηκε πολύ ευχάριστο και ενδιαφέρον, το να ασχοληθώ με την ξενάγηση.

Θα μπορούσατε να εκτελέσετε και χρέη ξεναγού, σε κάποια άλλη ευρωπαϊκή πόλη;

Όχι, παρόλο που έχω πάει σχεδόν σε όλη την Ευρώπη, από τη Μόσχα μέχρι τη Λισαβόνα, δεν νομίζω ότι αγάπησα άλλη πόλη τόσο πολύ, όσο το Λονδίνο.

«Οι σωστοί τραγουδιστές είναι αυτοί που άντεξαν στο χρόνο, που έγιναν 70 ετών και ακόμα μπορούσαν να τραγουδούν. Οι υπόλοιποι τραγουδιστές σταματούν τις καριέρες τους, πάνω στην δεκαπενταετία»

Έχετε ένα πολύ ιδιαίτερο εύρος φωνής και μια πολυμορφία. Ερμηνεύετε από κλασική μουσική, μέχρι παραδοσιακά τραγούδια, βυζαντινά, ακόμα και λαϊκά. Αυτό είναι αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς, είναι ταλέντο, είναι άγνωστα τοπία που θέλατε να ανακαλύψετε, ή μήπως ένας συνδυασμός;

Ο συνδυασμός και των τριών, δημιουργεί το κράμα της απάντησης μου. Προφανώς, όλο αυτό θεμελιώνεται από το πάθος και την αγάπη προς τη μουσική. Στην δική μου περίπτωση, βοηθά πολύ η τεχνογνωσία που απέκτησα στο Λονδίνο. Αυτή, μου επιτρέπει να μετακινούμαι από το ένα είδος στο άλλο ελεύθερα. Φυσικά, όλα αυτά απαιτούν χρόνια εξάσκηση, δεν είναι κάτι απλό.  Πολλές φορές «έβαλα κάμερα» στο λαρύγγι μου και στα λαρύγγια άλλων τραγουδιστών, για να δω πως λειτουργεί αυτό το φαινόμενο που λέγεται ανθρώπινη φωνή.

Τι πιστεύετε ότι φταίει και πολλές φορές, βλέπουμε άλλους τραγουδιστές να μετακινούνται ανάμεσα στα διαφορετικά είδη και να μην έχουν το επιθυμητό αποτέλεσμα;

Λείπει η έρευνα, η μελέτη και η ακαδημαϊκή υπόσταση στον κλάδο μας. Πολλοί άνθρωποι, επειδή η φωνή βρίσκεται μέσα στο στόμα μας, θεωρούν ότι δεν χρήζει ακαδημαϊκής γνώσης. Αυτό είναι λάθος! Οι σωστοί τραγουδιστές είναι αυτοί που άντεξαν στο χρόνο, που έγιναν 70 ετών και ακόμα μπορούσαν να τραγουδούν. Οι υπόλοιποι τραγουδιστές σταματούν τις καριέρες τους, πάνω στην δεκαπενταετία. Είναι αποδεδειγμένο, ότι η κακή χρήση του οργάνου, φέρνει τον βιασμό του και το τέλος μιας καριέρας.

«Παντρεύουμε όχι μόνο τον Verdi με τον Puccini, και τον Χατζιδάκι με τον Θεοδωράκη, αλλά και τον Pavarotti με τον Καζαντζίδη»

Ξεκινήσατε ως δίδυμο με τις παραστάσεις «Ψυχή Και Σώμα». Πως προέκυψε αυτή η ιδέα και ποια είναι η ιδιαιτερότητα των παραστάσεων»;

Το «Ψυχή και Σώμα» σαν οντότητα ξεκίνησε, όταν υπερασπιζόμουν τη διατριβή μου στο διδακτορικό και έκανα το τελικό μου κονσέρτο, το οποίο ονόμασα «Ψυχή και Σώμα», ακριβώς επειδή η ψυχή δεν κάνει χωρίς το σώμα και το σώμα χωρίς την ψυχή, όπως και τα δύο αδέλφια. Η ιδιαιτερότητα έγκειται, στο ότι κανείς δεν περιμένει πως μία φωνή και μια ποντιακή λύρα, μπορούν να αγκαλιάσουν τόσα μουσικά είδη. Είμαστε οι μοναδικοί που καταφέρνουμε να αγγίξουμε αυτό το είδος μουσικής στα Βαλκάνια.

Σε ποιες χώρες πλην της Ελλάδος έχετε ταξιδέψει με την παράσταση «Ψυχή Και Σώμα»;

Έχουμε ταξιδέψει σε ολόκληρο τον κόσμο. Είναι μία παράσταση που κάθε χρόνο ανανεώνεται, ακολουθεί όμως πάντοτε μία γραμμή που παντρεύει όχι μόνο τον Verdi με τον Puccini, και τον Χατζιδάκι με τον Θεοδωράκη, αλλά και τον Pavarotti με τον Καζαντζίδη. Αυτή είναι η ιδιαιτερότητα που δεν συναντάται πουθενά αλλού, εκτός από το «Ψυχή και Σώμα».

Έχετε προσεγγίσει μουσικές άλλων λαών, όπως των Αφρικανών ή των Κινέζων;

Δεν έχουμε εντρυφήσει τόσο πολύ στην αφρικανική ή κινέζικη μουσική. Ωστόσο θα μπορούσε να θεωρηθεί έδαφος προς εξερεύνηση. Φυσικά, οι μουσικές που αγαπήσαμε περισσότερο είναι εκείνες της Εγγύς και Μέσης Ανατολής. Από την Ελλάδα, μέχρι και το Αφγανιστάν. Ο Ματθαίος συμμετείχε σε αφγανικό συγκρότημα στο Λονδίνο με την ονομασία «Πακτάρ» (σ.σ οι Βάκτριοι – οι Έλληνες του Αφγανιστάν). Βέβαια όμως κατά κύριο λόγο ασχολούμαστε με τη μουσική του Δυτικού πολιτισμού, με την ιταλική όπερα ή ακόμα και την λάτιν μουσική.

Έχετε ταξιδέψει σε πολλές χώρες, σε Ευρώπη, Αμερική, Ανατολή. Πως βλέπουν εκεί την ποντιακή λύρα;

Η αλήθεια είναι ότι ο Δυτικός κόσμος, αλλά και οι άνθρωποι που ανήκουν σε διαφορετικές κουλτούρες έχουν ένα προτέρημα, του να σέβονται και να δέχονται το άγνωστο, αυτό που εξαρχής μπορεί να μην κατανοούν. Συνεπώς, έχουν την περιέργεια και την προσοχή να ακούσουν νέα πράγματα. Εμείς πάντα, με τη μουσική μας προσπαθούμε να δημιουργήσουμε έναν πολιτιστικό διάλογο μεταξύ της ξένης κουλτούρας και της δικής μας, επομένως δημιουργώντας ένα τέτοιο κανάλι επικοινωνίας προσπαθούμε να φέρουμε τον κόσμο κοντά και να τον κάνουμε να αγαπήσει τον ήχο της ποντιακής λύρας, μέσα από τις διασκευές μας.

«Ξεχωρίζουμε ιδιαίτερα τη συνεργασία μας με τον Μίμη Πλέσσα, τον Μίκη Θεοδωράκη και με την Μαρινέλλα, με την οποία βρεθήκαμε για πρώτη φορά σε νυχτερινή σκηνή. Αυτοί οι τρεις άνθρωποι, υπήρξαν τα κλειδιά της πορείας μας»

Πώς είναι πρακτικά να συνεργάζονται επαγγελματικά δύο αδέλφια; Είστε συγκοινωνούντα δοχεία; Ένα βλέμμα, μια ανάσα, μια κίνηση είναι αρκετά για να συνεννοείστε την ώρα που παίζετε μουσική;

Σαφώς! Από τα 14 μας, παίζουμε με μία λύρα και με μία κιθάρα τα βράδια. Όλο αυτό έχει δημιουργήσει μία σπάνια μουσική άνεση. Ένα βλέμμα είναι αρκετό, για να ξέρω τα επόμενα τρία τραγούδια που θα πει ο αδελφός μου και το ίδιο συμβαίνει και αντιστρόφως.

Συζητήσατε ποτέ το ενδεχόμενο να ακολουθήσει ο καθένας σας, μία σόλο πορεία;

Σαφώς, η αγάπη μας είναι τόσο μεγάλη που δεν υπάρχει κάτι που να μας σταματήσει. Άλλωστε, ο αδελφός μου ασχολείται καθαρά με το ποντιακό κομμάτι, ενώ εγώ είμαι λίγο Ευρωπόντιος, έχω ξεφύγει από το καθαρά ποντιακό κομμάτι και πειραματίζομαι με άλλα πράγματα.

«Είχαμε παίξει μουσική και για τον David Beckham το 2004. Βρίσκονταν στην Βρετανική Πρεσβεία ως εκπρόσωπος του αθλητισμού, με την πριγκίπισσα Μαργαρίτα, την αδελφή του Κάρολου της Αγγλίας, τον Μπόρις Τζόνσον και τον πρέσβη. Εμείς ήμασταν οι άνθρωποι που επενδύσαμε μουσικά εκείνη τη βραδιά»

Έχετε συνεργαστεί με σπουδαίους καλλιτέχνες, με ονόματα και σχήματα όπως οι συμφωνικές ορχήστρες της Πράγας και της Ουκρανίας, οι BBC Singers, η συμφωνική ορχήστρα της ΕΡΤ, με τον Μίκη Θεοδωράκη, τον Μίμη Πλέσσα. Ποια στιγμή σας ξεχωρίζετε και γιατί;

Ξεχωρίζουμε ιδιαίτερα τη συνεργασία μας με τον Μίμη Πλέσσα, τον Μίκη Θεοδωράκη και με την Μαρινέλλα, με την οποία βρεθήκαμε για πρώτη φορά σε νυχτερινή σκηνή. Σίγουρα, αυτές ήταν συνεργασίες που μας σημάδεψαν και που αποδείχθηκαν ένα μεγάλο σχολείο για εμάς. Αυτοί οι τρεις άνθρωποι, υπήρξαν τα κλειδιά της πορείας μας, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι όλες οι άλλες συνεργασίες μας δεν είναι ιδιαίτερα σημαντικές.

Έχετε συναντηθεί και με τον πρίγκιπα Κάρολο της Αγγλίας. Υπάρχει κάποια άλλη σπουδαία συνάντηση σας;

Είχαμε παίξει μουσική και για τον David Beckham το 2004, την περίοδο που ήταν αρχηγός της Εθνικής Αγγλίας. Τότε εκείνος βρίσκονταν στη Βρετανική Πρεσβεία, ως εκπρόσωπος του αθλητισμού, με την πριγκίπισσα Μαργαρίτα, την αδελφή του Κάρολου της Αγγλίας, τον Μπόρις Τζόνσον και τον πρέσβη. Εμείς ήμασταν οι άνθρωποι που επενδύσαμε μουσικά εκείνη τη βραδιά.

Τι άλλο να περιμένουμε από σας, τι έχετε στα σκαριά;

Ετοιμάζουμε καινούργιες ηχογραφήσεις και συνεργασίες. Αν όλα πάνε καλά, Θεού θέλοντας και του ξακουστού κορωνοϊού επιτρέποντος, έρχεται μία συνεργασία με την αγαπημένη μας Γλυκερία, αυτό το καλοκαίρι. Από εκεί και πέρα, ετοιμάζουμε κάποιες πολύ ιδιαίτερες παραστάσεις που έχουν να κάνουν με την παρουσίαση της μουσικής μας σε 3D, εικονικό περιβάλλον. Είναι κάτι πολύ ιδιαίτερο, αν κατορθώσουμε και το πετύχουμε θα είμαστε μουσικο-τεχνολογικά στο επίπεδο του Χονκ-Κονγκ, το οποίο βρίσκεται πέντε χρόνια μπροστά από την Ευρώπη. Μιλάμε για ένα ογκοδέστατο πρότζεκτ, με απίστευτη λεπτομέρεια.